Έμι καλημέρα,
Με ευκαιρία τη συμμετοχή σου στην έκθεση «Σε ενεστώτα χρόνο, Nέοι Έλληνες καλλιτέχνες», του Εθνικού Μουσείου Σύγχρονης Τέχνης και στο πλαίσιο του προγράμματος του ΕΜΣΤ «Προφορικές ιστορίες», θα ήθελα να κάνουμε μια σύντομη συζήτηση, ελπίζοντας ότι έτσι θα μπορέσουμε να γνωρίσουμε καλύτερα τη δουλειά σου.
Είσαι από τις ελληνίδες καλλιτέχνιδες του εξωτερικού. Σπούδασες και ζεις στην Αγγλία. Μίλησε μας για τις σχέσεις σου με τους δασκάλους σου, τις επαφές σου με άλλους ξένους καλλιτέχνες, κατά τη διάρκεια των σπουδών σου και αργότερα, και πόσο πιστεύεις ότι οι σχέσεις αυτές επηρέασαν ή όχι τη διαμόρφωση της δουλειάς σου;
Πήγα στην Αγγλία μικρή και η προσαρμογή εκεί δεν ήταν εύκολη αρχικά. Ήταν δύσκολο για μένα, με την ελάχιστη γνώση που είχα, να καταλάβω τα σύγχρονα καλλιτεχνικά ρεύματα. Παρόλα αυτά προσαρμόστηκα σχετικά γρήγορα. Το αγγλικό σύστημα εξοπλίζει τους φοιτητές να καταλάβουν και να υπερασπιστούν το έργο τους εννοιολογικά, ενώ τεχνικά είσαι λίγο πολύ μόνος σου. Η έμφαση είναι στις ιδέες και στα «concepts» παρά στις τεχνικές και τα υλικά, και αυτό είναι καλό και κακό. Όταν άρχισα τις σπουδές η ζωγραφική είχε υποτίθεται πεθάνει ή ήταν προς το τέλος της. Αυτό βέβαια άλλαξε σιγά -σιγά. Πάντως οι σχέσεις που ανέπτυξα με τους δασκάλους μου και τους συμφοιτητές μου ήταν πολύ σημαντικές. Μέσα από αυτές τις σχέσεις (τα tutorials και τις καθημερινές συζητήσεις) η δουλειά εξελίχθηκε. Οι ίδιες σχέσεις με στήριξαν και μετά το τέλος των σπουδών, όπου είναι και μια από τις πιο δύσκολες περιόδους. Παρόλο που ήρθα από την Ελλάδα, προσπάθησα να συναναστραφώ με τους άλλους καλλιτέχνες στο Λονδίνο όσο πιο πολύ γίνεται ώστε να κερδίσω περισσότερο από την εμπειρία τους κατά τη διάρκεια των σπουδών. Ούτως ή άλλως, πάρα πολλοί καλλιτέχνες στο Λονδίνο ζουν εδώ, αλλά έρχονται από διάφορα μέρη. Υπάρχει μια αρκετά διεθνής ατμόσφαιρα που βοηθάει.
Παρότι είσαι νέα ελληνίδα ζωγράφος έχεις ήδη παρουσιάσει μια αξιόλογη εκθεσιακή δραστηριότητα στην Αγγλία, τη Νέα Υόρκη, την Ισπανία και αλλού, αντιπροσωπεύεσαι από τη Greenberg Van Doren Gallery στη Νέα Υόρκη και τα έργα σου ανήκουν σε αρκετές ξένες συλλογές. Πόσο εύκολο ήταν για σένα να δραστηριοποιηθείς στη διεθνή καλλιτεχνική σκηνή; Πόσο πιστεύεις ότι ένας νέος καλλιτέχνης πρέπει να οδηγηθεί σε συμβάσεις ή να αναλωθεί σε κοινωνικού τύπου συναλλαγές, εις βάρος της δουλειάς του, προκειμένου να μπορέσει να «υπάρξει» στο καλλιτεχνικό στερέωμα;
Μερικοί νέοι καλλιτέχνες αντιπροσωπεύονται από γκαλερί αμέσως μετά τις σπουδές τους. Αυτό βέβαια δεν συμβαίνει σε όλους. Η μεγαλύτερη δυσκολία για ένα νέο καλλιτέχνη στο Λονδίνο είναι να συνεχίσει να κάνει τη δουλειά του. Τα έξοδα είναι μεγάλα και συνήθως πρέπει να δουλεύει αλλού για να τα καταφέρει. Από αυτήν την άποψη πρέπει να συμβιβαστεί. Δεν έχει το χρόνο που θα ήθελε, δεν έχει όλη την ελευθερία που θα ήθελε κ.τ.λ. Υπομονή και επιμονή είναι απαραίτητα συστατικά. Οι κοινωνικές επαφές βοηθάνε αλλά δεν είναι και το πιο σημαντικό πράγμα. Η δουλειά πρέπει να αντέξει στο χρόνο και στα σκαμπανεβάσματα.
Σε μια εποχή όπου πολλοί νέοι δημιουργοί αξιοποιούν το διαδίκτυο και τις νέες τεχνολογίες για να εμπνευστούν και να παρουσιάσουν το καλλιτεχνικό τους έργο, εσύ αποφασίζεις να ασχοληθείς με τη ζωγραφική και να αξιοποιήσεις την ευρωπαϊκή παράδοση, όσον αφορά στο ίδιο το μέσο, στην τεχνική (λάδια) αλλά και σε πολλές περιπτώσεις και στην τεχνοτροπία. Εκτός από το μπαρόκ, που όπως έχεις κατ’ επανάληψη δηλώσει έχει αποτελέσει κύρια πηγή έμπνευσης για σένα, εγώ θα διέβλεπα εκλεκτικές συγγένειες με ζωγράφους και άλλων εποχών, όπως για παράδειγμα τους συνθετιστές και τον Van Gogh, ως προς τη χρήση του χρώματος, τις ιδιάζουσες προοπτικές, τα στροβιλιζόμενα μορφώματα, κ.τ.λ. Οι αναφορές αυτές είναι συνειδητές; Με ποιο τρόπο προσεγγίζεις και οικειοποιείσαι την ιστορία της τέχνης;
Επέλεξα να μη θεωρήσω την ιστορία της ζωγραφικής ένα ασήκωτο βάρος, αλλά αντιθέτως ένα λόγο για τον οποίο να συνεχίσω να ζωγραφίζω. Θα έλεγα ότι η ιστορία της τέχνης με επηρεάζει αλλά δεν έχω συνειδητά διαλέξει κάποιες τεχνικές τις οποίες έχω μιμηθεί. Απλά πολλές φορές βρίσκω μέσα από την ιστορία λύσεις σε προβλήματα που εμφανίζονται στα έργα μου. Διδάσκω επίσης ιστορία της μοντέρνας τέχνης και αυτό με έχει κάνει να εμβαθύνω και να καταλάβω μερικές πτυχές της περισσότερο. Βέβαια με ενδιαφέρουν και άλλες μορφές καλών και εφαρμοσμένων τεχνών.
Σε συνεντεύξεις σου αναφέρεις ότι εκτός από την ιστορία της τέχνης, τα σύγχρονα περιοδικά σου παρέχουν πολύτιμο υλικό για να δημιουργήσεις τους δικούς σου αρχιτεκτονικούς χώρους. Ο τίτλος της έκθεσης «present in the past», στην οποία συμμετείχες το 2006 εκφράζει, νομίζω, με τον καλύτερο τρόπο τη συνύπαρξη παρελθόντος και παρόντος στο έργο σου. Εσύ πως σχολιάζεις αυτήν τη φαινομενικά παράδοξη σύνθεση παλαιού και νέου που επιχειρείται στο ζωγραφικό σου έργο;
Κατά τη γνώμη μου η πιο επιτυχημένη ζωγραφική είναι αυτή που δεν καθορίζει ή καθορίζεται από χρονικά διαστήματα -η «αχρονική» ζωγραφική. Τα μοτίβα στα έργα μου δεν προέρχονται από μια συγκεκριμένη περίοδο αλλά από διάφορες πηγές. Υπάρχει μια περιέργεια για το παρελθόν και ένα όραμα για το μέλλον. Αυτά τα μοτίβα που από καιρό έχω και εξακολουθώ να μαζεύω συνθέτουν τα θέματά μου. Με ενδιαφέρει να δημιουργώ «χώρους» που αιωρούνται στο χρόνο ανάμεσα στη φαντασία και την πραγματικότητα, ανάμεσα σε γεωγραφικούς τόπους και αιώνες.
Στο έργο σου βλέπει κανείς μια εμμονή στους εσωτερικούς χώρους και την αρχιτεκτονική. Πώς ξεκίνησε αυτή η ιδέα της ζωγραφικής απεικόνισης παλαιών ή και πιο μοντέρνων χώρων;
Μετά από μια περίοδο αλλαγής, άρχισα να χρησιμοποιώ εικόνες από διαφημιστικά εσωτερικών χώρων που είχα ήδη μαζέψει. Από τότε ξεκίνησε μια οργανική εξέλιξη των έργων. Οι ιδέες σπρώχνουν το μέσο και το μέσο σπρώχνει τις ιδέες. Σκοπός μου δεν είναι η απεικόνιση ενός συγκεκριμένου χώρου. Οι χώροι υπάρχουν κάπως ως portals και δημιουργούν ένα οπτικό ταξίδι σε κάτι εκτός και πέραν του έργου.
Με εξαίρεση τα «αινιγματικά» πορτραίτα σου, από τους υπόλοιπους πίνακές σου έχεις αποκλείσει την ανθρώπινη παρουσία. Γιατί επέλεξες να απεικονίσεις «έρημους» χώρους;
Ενδιαφέρομαι να δημιουργήσω εικόνες που αφήνουν στο θεατή χώρο να ονειρευτεί. Χρησιμοποιώντας την ανθρώπινη παρουσία στα έργα αυτομάτως θα δημιουργούσα μια αφήγηση στο έργο, ένα «narrative», οπότε ο ρόλος του θεατή θα άλλαζε από πρωταγωνιστικός σε ηδονοβλεπτικό. Αυτός είναι ένας από τους πιο σημαντικούς λόγους, αλλά βέβαια αυτό μπορεί και να αλλάξει.
Τα εσωτερικά σου στην πλειονότητά τους δίνουν την εντύπωση των μεταβαλλόμενων, συχνά διαστρεβλωμένωv, ασφυκτικών, κλειστοφοβικών ή ατέρμονων χώρων. Με τις ανορθόδοξες προοπτικές, τις περίεργες οπτικές, τις αιχμηρές γωνίες ή σε άλλες περιπτώσεις τα στροβιλιζόμενα κυκλικά μορφώματα που χρησιμοποιείς, δημιουργείται η αίσθηση μιας διασαλευμένης τάξης, μιας «απειλητικής πολυτέλειας». Πώς συνυπάρχει στο έργο σου η αιχμηρή κριτική της σύγχρονης πραγματικότητας με μια παράλληλη ονειρική, φανταστική και «αχρονική» πραγματικότητα;
Στα έργα μου υπάρχει το ονειρικό, υπάρχει και το υπερβολικό. Υπάρχει η υπέρβαση αλλά υπάρχει και η παρακμή. Η πρόκληση για μένα είναι να κρατώ αυτά σε ισορροπία. Το ονειρικό στο χείλος της παρακμής. Θα έλεγα ότι χρησιμοποιώ την πραγματικότητα και προσπαθώ να δημιουργήσω κάτι εξωπραγματικό.
Στα περισσότερα έργα σου επαναλαμβάνονται τα ίδια θεματικά μοτίβα: καθρέπτες, σκάλες, πολυέλαιοι, πολλαπλές αψίδες, ψηλές οροφές κ.τ.λ. Τι ρόλο παίζουν τα στοιχεία αυτά και ποια η συμβολική τους;
Με το χρόνο κάθε καλλιτέχνης βρίσκει το λεξιλόγιο του με σκοπό να δημιουργήσει τη δική του οπτική γλώσσα. Τα μοτίβα αυτά είναι μέρος του λεξιλογίου μου και φυσικά το λεξιλόγιο είναι κάτι πολύ προσωπικό που εξελίσσεται με το χρόνο. Εκτός από πολυέλαιοι, οι καθρέπτες κ.τ.λ είναι επίσης τα δικά μου σημεία στον καμβά. Επαναλαμβάνοντας τά τα καθιστώ ως δική μου γραφή.
Μίλησες μας για το χρώμα. Γιατί υπάρχει αυτή η εμμονή, στα πρόσφατα κυρίως έργα σου, σε μια περιορισμένη χρωματική γκάμα, με πρωταγωνιστές το κόκκινο και το πράσινο;
Η παλέτα στα έργα μου είναι πολύ συγκεκριμένη. Τα έργα ξεπροβάλλουν σταδιακά από λαζούρες και διαφάνειες και παρότι υπάρχει ένα κυρίαρχο χρώμα, υπάρχουν και άλλα χρώματα που παίζουν το ρόλο τους στην όλη διαδικασία. Οι ματζέντες, τα βαθιά κόκκινα και πράσινα που χρησιμοποιώ με βοηθάνε να περιγράψω αυτή τη μεγαλειότητα που συνορεύει με την απόκρουση και την υπερβολή.
Η απόδοση του φωτός υπήρξε ανέκαθεν μείζον ζητούμενο για τους ζωγράφους. Πως αντιλαμβάνεσαι εσύ την έννοια του φωτός;
Το φως έχει τεράστια σημασία για τη δουλειά μου. Είναι εντελώς αυθαίρετο και με βοηθάει να σκηνοθετώ την ατμόσφαιρα και τη διάθεση του έργου. Επίσης το φως είναι αυτό που οδηγεί το θεατή, δια μέσου αυτού του οπτικού ταξιδιού, στο έργο. Είναι ένας τρόπος εισόδου μέσα στα έργα αλλά επίσης και ένα σημείο εξόδου.
Πώς σκέφτεσαι να εξελίξεις τη δουλειά σου; Σε παλαιότερα έργα σου απεικονίζονται εσωτερικά πιο λιτά, πιο αναγνωρίσιμα, πιο ήρεμα. Τα τελευταία χρόνια οι χώροι σου είναι πιο πολύπλοκοι, ταραγμένοι, υπερβολικοί. Τι πρόκειται να κάνεις από εδώ και πέρα; Σκέφτεσαι κάποια στιγμή να ασχοληθείς εκτενέστερα με εξωτερικούς χώρους- το έχεις ήδη κάνει κάποιες φορές στο παρελθόν- ή να διαφοροποιήσεις, ίσως, εντελώς τις αναζητήσεις σου;
Όλες οι αλλαγές μέχρι τώρα στο έργο μου έχουν γίνει αρκετά οργανικά. Πάντα προσπαθώ να προκαλέσω τους δικούς μου κανόνες και να πάω πιο πέρα από αυτούς. Μέσα από αυτό η δουλειά, ελπίζω, εξελίσσεται και προχωράει. Ήδη στα πιο πρόσφατα έργα μου βλέπω αλλαγές και ενδιαφέρουσες πιθανότητες για νέες κατευθύνσεις. Με ενθουσιάζει να εκπλήσσομαι εγώ η ίδια από τις αλλαγές της δουλειάς.
Μίλησες μας για τα έργα που εξέθεσες στο ΕΜΣΤ. Με ποιο σκεπτικό επέλεξες τα συγκεκριμένα και τι θέση πιστεύεις ότι έχουν στην έκθεση; Θεωρείς ότι αντιπροσωπεύουν κάποια συγκεκριμένη τάση της σύγχρονης ελληνικής σκηνής ή πιστεύεις ότι ως ελληνίδα καλλιτέχνιδα του εξωτερικού «μεταφέρεις», μέσω της συμμετοχής σου στην έκθεση, ένα «κομμάτι» της διεθνούς καλλιτεχνικής σκηνής στον ελλαδικό χώρο;
Τα έργα στην έκθεση τα έκανα συγκεκριμένα για το Μουσείο. Ειδικά με το ‘parallel worlds’ ήθελα να δημιουργήσω ένα φιλόδοξο έργο που εμπεριέχει τις ιδέες και τον τρόπο που δουλεύω τα τελευταία δυο χρόνια περίπου. Είναι σίγουρο ότι το γεγονός, για παράδειγμα, ότι έχω μεγαλώσει στην Κέρκυρα έχει επηρεάσει τη δουλειά μου τόσο όσο και το γεγονός ότι έχω σπουδάσει και ζω στο εξωτερικό. Δεν μπορώ όμως να πω σε ποια σκηνή ή τάση ανήκει το έργο μου, μια και αυτά φαίνονται πολύ καλύτερα αναδρομικά.
Ιn silence, 2007
Parallel Worlds, 2007
Entrance
Soft Velvet, 2007